Το γυμνό έχει γοητεύσει τους καλλιτέχνες και τους θεατές για αιώνες – ακόμα και σήμερα εξακολουθεί να είναι ένα θέμα που προκαλεί συζητήσεις και αντιπαραθέσεις. Το χωρίς ρούχα ανθρώπινο σώμα είναι ένα από τα μεγαλύτερα θέματα της τέχνης. Έχει εμφανιστεί σχεδόν σε κάθε μεγάλο κίνημα τέχνης από τον κυβισμό στον αφηρημένο εξπρεσιονισμό στην πολιτική τέχνη των πιο πρόσφατων χρόνων. Γιατί το γυμνό συνεχίζει να μας συναρπάζει; Αυτό είναι το ερώτημα που τίθεται από την νέα έκθεση, “Γυμνό”, στην Πινακοθήκη του New South Wales στο Σίδνεϊ, η οποία εγκαινιάστηκε νωρίτερα αυτό το μήνα. Συγκεντρώνει 100 απεικονίσεις του γυμνού από τη συλλογή του Tate, συμπεριλαμβανομένων έργων ζωγραφικής , γλυπτών, φωτογραφιών και εκτυπώσεων από τα τέλη του 1700 μέχρι και σήμερα.
“Το γυμνό μας συναρπάζει για έναν πολύ απλό και αρκετά βαθύ λόγο και αυτός είναι ότι αποτελεί τέχνη για μας. Όλοι έχουμε ένα σώμα, είμαστε όλοι συναρπαστικά σώματα και σώματα σε μία κατάσταση άνευ ρούχων”, λέει ο επιμελητής Justin Paton στο BBC Culture. “Η έκθεση είναι ένα ταξίδι μέσα από τα πολλά διαφορετικά ανθρώπινα συναισθήματα και τις συναισθηματικές καταστάσεις, και αυτό για μένα είναι το πιο συναρπαστικό για το γυμνό ως θέμα”.
Το έργο του William Strang ‘Ο πειρασμός’ , από τα τέλη 19ου αιώνα , μας οδηγεί πίσω σε μία από τις ακρογωνιαίες ιστορίες για τη γυμνότητα στον δυτικό πολιτισμό – την ιστορία από το Βιβλίο της Γένεσης, στην οποία ο Αδάμ και η Εύα συνειδητοποιούν τα γυμνά τους σώματα. “Από αυτό προέρχεται το σύγχρονο γυμνό , οι ανησυχίες μας και ο ενθουσιασμός μας για το τι βρίσκεται κάτω από τα ρούχα. Είναι οι δύο βασικές παρορμήσεις που καθοδήγησαν το γυμνό σε όλη του την ιστορία”, εξηγεί ο Paton.
Όταν σκεφτόμαστε το γυμνό, πολλοί από εμάς μπορεί να φέρνουν στο μυαλό τους την κλασική εικόνα των ηρωικών, σμιλευμένων σωμάτων που κυριαρχούσαν στην τέχνη του 19ου αιώνα, αλλά όπως επισημαίνει ο Paton, “το γυμνό είναι στην πραγματικότητα μια διαρκώς μεταβαλλόμενη και ατέρμονα αμφισβητούμενη μορφή”. Με πολλούς τρόπους, οι σύγχρονες απεικονίσεις του γυμνού σώματος διαφέρουν πολύ από τα βικτωριανά έργα, αλλά υπάρχουν και ισχυρές ομοιότητες.
“Οι συζητήσεις για την ειλικρίνεια και τον ιδεαλισμό από την βικτωριανή περίοδο αντηχούν ακριβώς μέχρι τη δική μας εποχή, η οποία νομίζω ότι μοιάζει με τη βικτωριανή περίοδο με εντυπωσιακό τρόπο, ιδιαίτερα όταν κοιτάζουμε τον τρόπο με τον οποίο συζητείται το θέμα γυμνότητας και σώματος στον πολιτισμό γενικότερα,” λέει (ο Paton). “Ακόμη και σήμερα υπάρχει αυτό το εκπληκτικό μίγμα φρόνησης και ανεκτικότητας. Είμαστε τόσο συνηθισμένοι στο να βλέπουμε εκατομμύρια εικόνες ανθρώπινου γυμνού, αλλά την ίδια στιγμή ταυτόχρονα ένα ενιαίο έργο τέχνης με γυμνό σε μια γκαλερί μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά αμφιλεγόμενο κατά περιόδους.” Μόνο πρόσφατα στην Αυστραλία, ένα περιοδικό τέχνης αναγκάστηκε μέσω του εκδότη του να κρύψει τις θηλές σε μια ζωγραφιά που απεικόνιζε μια γυμνή γυναίκα και είχε επιλεγεί για το εξώφυλλο του.
Ο ‘Διαμαρτυρόμενος περιπλανώμενος Ιππότης’ είναι ένα παράδειγμα του τι αναφέρονται οι μελετητές ως “αγγλικό γυμνό”, το οποίο προκάλεσε διαμάχες στα τέλη του 19ου αιώνα, επειδή τα θέματα αυτών των έργων θεωρήθηκαν υπερβολικά αληθοφανή. “Αποκάλυπτε την προέλευσή του, όταν ένας ζωγράφος είχε προφανώς μπροστά του ένα πραγματικό, ζωντανό γυναικείο σώμα, και δεν έκρυβε επαρκώς τα χαρακτηριστικά του”.
Μπορεί ένα γυμνό να είναι υπερβολικά αληθοφανές; Γυμνά κλασσικών μορφών όπως η ‘Ψυχή’ και η ‘Αφροδίτη’ μπορούν να εκτιμηθούν καθαρά ως τέχνη, χωρίς να χρειάζεται να σκεφτούμε τον ζώντα, αληθινό άνθρωπο που καθόταν απέναντι από τον καλλιτέχνη. Αυτή η ενόχληση με τους αναγνωρίσιμους, καθημερινούς ανθρώπους ως θέμα γυμνών πορτρέτων εξαπλώθηκε από τον 20ο αιώνα καθώς το γυμνό μπήκε στον οικιακό χώρο, σε πίνακες με σώματα που εμφανίζονται σε υπνοδωμάτια ή στο στούντιο του καλλιτέχνη. Το πορτρέτο του Philip Wilson Steer από τα τέλη του αιώνα είναι ένα τέλειο παράδειγμα για το πώς μια μικρή λεπτομέρεια μπορεί να κάνει μια δουλειά αμφιλεγόμενη. Όταν ο John Rothenstein επισκέφθηκε τον Steer το 1941 και επέλεξε τον πίνακα για τη συλλογή του Tate, ο Steer τον πληροφόρησε ότι είχε επιλέξει να μην παρουσιάσει τον πίνακα για όσο ζούσε, καθώς οι φίλοι του τον είχαν βρει άσεμνο. “Ο λόγος που αισθανόταν έτσι δεν ήταν επειδή η γυναίκα ήταν γυμνή, αλλά γιατί ήταν γυμνή και φορούσε καπέλο”, λέει ο Paton. “Αυτό θεωρήθηκε ότι κάπως επισκιάζει το γυμνό με τρόπο που δεν ήταν εντελώς φυσιολογικός”. Ένα απλό καπέλο, που συναντάται σε πολλές γυναίκες της εποχής, αρκούσε για να αποκαθηλώσει τον πίνακα από τον κόσμο του ιδανικού και να τον τοποθετήσει στη σφαίρα του ερωτικού.
Είναι μια από τις πιο διάσημες εικόνες της ρομαντικής αγάπης και είναι η ατραξιόν της έκθεσης στο Σίδνεϊ – έχοντας ταξιδέψει πέρα από την Ευρώπη για πρώτη φορά. “Ένα φιλί είναι μια πολύ ιδιωτική και οικεία στιγμή μεταξύ δύο ανθρώπων και αυτό που είναι ειλικρινές στο έργο του Rodin είναι το πόσο συχνά το φιλί είναι ουσιαστικά κρυμμένο από μας από τα άκρα ή τους κορμούς των σωμάτων”, λέει ο Paton. Ο Rodin αποδεικνύει την έντονη σωματική και συναισθηματική σχέση μεταξύ αυτών των δύο γυμνών εραστών με διάφορους τρόπους: τους κυματισμούς των μυών της πλάτης, τον τρόπο που τα πόδια τους τυλίγονται πάνω στον άλλο καθώς και με τα χέρια τους. Είναι τα χέρια του ζευγαριού που πιστεύει ο Paton ότι αξίζουν περισσότερο την προσοχή. “Τα χέρια τους μοιάζουν μεγάλα σε σχέση με την κλίμακα του σώματός τους. Όταν ερωτευόμαστε και όταν αγκαλιάζουμε αυτό το άτομο, η αίσθηση της αφής μας αυξάνεται”, εξηγεί. “Ο Rodin εστιάζει σε αυτή την αίσθηση, τραβώντας την προσοχή μας στα χέρια αυτών των μορφών.”
Η δύναμη μιας αγκαλιάς ανάμεσα σε δύο εραστές είναι επίσης το επίκεντρο του ‘Γυμνή Γυναίκα Σε Μια Κόκκινη Πολυθρόνα’ (Femme nue dans un fauteuil rouge) του Picasso από το 1932 – παρόλο που ίσως να μην είναι άμεσα εμφανές στο μη εκπαιδευμένο μάτι. Ενώ ο πίνακας αρχικά φαίνεται να απεικονίζει μια μοναχική γυναίκα, την Marie-Thérèse Walter, μια από τις πολλές μούσες του καλλιτέχνη, μια πιο προσεκτική ματιά μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι δύο άνθρωποι κατοικούν σε αυτό το έργο. “Μέσα στο πρόσωπό της είναι η σκιά ενός ανδρικού προσώπου, το οποίο φαίνεται να πλησιάζει για ένα φιλί από τα δεξιά”, υποστηρίζει ο Paton. “Το χέρι στη δεξιά πλευρά της φιγούρας φαίνεται να αποσπάται από τον κορμό της γυναίκας και συνδέεται με την πλάτη της καρέκλας, η οποία μοιάζει με τον κορμό μιας αρσενικής φιγούρας που την αγκαλιάζει”. Το βλέπει σαν μια απεικόνιση του πώς νιώθει κάποιος όταν αφομοιώνεται εντελώς από κάποιον άλλο, στο βαθμό που καθίσταται αδύνατο να διακρίνει κανείς πού αρχίζει το ένα άτομο και που το άλλο. “Είναι μια εκπληκτική έκφραση του πώς αισθάνεται κάποιος βαθιά ερωτευμένος, στο βαθμό που να συγχωνεύεται με τον άλλο την στιγμή της αγκαλιάς”.
Με την εμφάνιση του φεμινιστικού κινήματος, οι γυναίκες καλλιτέχνες έστρεψαν τα φώτα στην παράδοση των μετέπειτα δεκαετίών του 20ού αιώνα, ζωγραφίζοντας τα αρσενικά θέματα ως αντικείμενο του θηλυκού βλέμματος. Αυτός ο πίνακας ήρθε το ίδιο έτος που το αυστραλιανό περιοδικό Cleo περιλάμβανε το πρώτο του μεγάλο αφιέρωμα στον άνδρα και αυτό ήταν αντιπροσωπευτικό μιας μεγαλύτερης μετατόπισης στο γυμνό γενικότερα. “Η Sylvia Sleigh έλεγε ότι ήθελε να ζωγραφίσει σέξι άνδρες για να τους κοιτάζουν οι γυναίκες, αλλά αυτός ο πίνακας δεν εκπέμπει λαγνεία”, λέει ο Panton. “Είναι τρυφερός και ζεστός, και αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι η Sylvia γνώριζε αυτόν τον άνθρωπο”: τον μουσικό Paul Rosano, που έκανε το μοντέλο για την Sleigh σε περισσότερες από μία περιπτώσεις. “Η αγάπη της για τον ίδιο και η απόλαυση της εμφάνισής του είναι εμφανής, ειδικά για τις τρίχες του σώματός του, τις οποίες αποτυπώνει γραμμή γραμμή”, προσθέτει.
Η άνοδος του γυναικείου καλλιτεχνικού κινήματος έφερε μαζί της και τη διαμαρτυρία για το γυμνό. Οι νέες καλλιτέχνιδες κοίταξαν το γυμνό μέσα από νέα μάτια και αμφισβήτησαν όλα όσα είχαν προηγηθεί. Αυτό το κομμάτι διαμαρτυρίας από τις Guerrilla Girls – που παίρνει ένα από τα πιο διάσημα γυμνά στην ιστορία της τέχνης και το μετατρέπει σε μια φεμινιστική εκδικητική μορφή – πηγάζει από μια σημαντική στιγμή στην ιστορία του γυμνού, καταγγέλλει την έλλειψη γυναικών καλλιτεχνών στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης στη Νέα Υόρκη σε σύγκριση με τον πλούτο των γυναικείων γυμνών στα εκθέματα. Είναι μια εικόνα που έμεινε για καιρό, από τότε που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο πλάι ενός αστικού λεωφορείου, και προκάλεσε αίσθηση. “Η εικόνα σύντομα απομακρύνθηκε από το λεωφορείο και η άδεια που είχε δοθεί στα Guerrilla Girls τερματίστηκε καθώς θεωρήθηκε πολύ προκλητική”, λέει ο Paton.
Ήταν μια απόφαση που ήταν ταυτόχρονα τόσο εξοργιστική όσο και ικανοποιητική. Η πλειοψηφία των καταγγελιών δεν επικεντρώθηκε στο γυμνό θηλυκό σώμα, αλλά στον ροζ ανεμιστήρα που κρατούσε η φιγούρα και που είχε τροποποιηθεί από τα Guerrilla Girls ώστε να μοιάζει με φαλλικό σύμβολο. Απέδειξε ένα από τα σημεία που η ομάδα ήθελε να αναδείξει: το κοινό είναι άνετο όταν εκθέτονται θηλυκά σώματα, αλλά δεν ισχύει το ίδιο για την αρσενική μορφή. “Είναι αδιαμφισβήτητα το πιο επιδραστικό γυμνό με την μεγαλύτερη επιρροή τις τελευταίες δεκαετίες”, λέει ο Paton.
“Ο Freud είναι ένας από τους μεγαλύτερους ζωγράφους γυμνού τα τελευταία χρόνια και νομίζω ότι είναι επίσης ένας από τους καλύτερους ζωγράφους σώματων χωρίς ρούχα”, λέει ο Paton. Υπάρχει πραγματικά κάποια διαφορά μεταξύ γυμνού και χωρίς ρούχα σώματος; Σύμφωνα με τον ιστορικό της τέχνης, Kenneth Clarke, υπάρχει. Μας είπε ότι ενώ το γυμνό είναι ένα εξιδανικευμένο σώμα που φαίνεται να έχει άνεση στο να εμφανίζεται χωρίς ρούχα ενώ το χωρίς ρούχα είναι ένα σώμα που έχει εκτεθεί και στερηθεί ρούχα από κάποια άλλη συνθήκη. Η έκθεση παρουσιάζει παραδείγματα και των δύο, αλλά ο Paton πιστεύει ότι το έργο του Freud βρίσκεται σταθερά στο ‘χωρίς ρούχα’ στρατόπεδο. “Ονόμασε πολλά από τα έργα του ως πορτρέτα χωρίς ρούχα και υπάρχει η αίσθηση ότι μας ενημερώνει ότι ο πίνακας λέει μια ωμή αλήθεια για το τι είναι να είσαι άνθρωπος και να έχεις σώμα”, λέει ο Paton.
Ο Freud πάντα επέμενε να έχει ένα ζωντανό μοντέλο μπροστά του και η εμπειρία του να ποζάρεις για αυτόν απεικονίζεται σαφώς στο ‘Standing by the Rags’, ένα καταπληκτικό παράδειγμα του τελευταίου του στυλ. “Μπορείτε να καταλάβετε την εξαιρετική αίσθηση των προκλήσεων του να είστε ένα από τα μοντέλα του Freud, επειδή το μοντέλο ποζάρει με τρόπο που υποδηλώνει τόσο κατάσταση ύπνου όσο και εγκατάλειψη, αλλά και οξεία φυσική πίεση”, εξηγεί. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στην υπερμετρωπία των ποδιών και ειδικά των κάτω άκρων, που φαίνεται να υποστηρίζουν το βάρος του. Ενώ αυτό το έργο είναι σίγουρα ένα παράδειγμα σώματος ‘χωρίς ρούχα’, ανατρέχει επίσης στα γυμνά του παρελθόντος. “Ο τρόπος με τον οποίο το χέρι του στέκει μου θυμίζει μερικές από τις αρκετά περίτεχνες στάσεις των γυμνών του 19ου αιώνα,
όπου θα μπορούσαν να διεκδικούν τον ρόλο ενός διάσημου ήρωα”, λέει ο Paton. “Ο ήρωας του Freud ζει απόλυτα στον κόσμο μας, αλλά εξακολουθεί να αντηχεί τους παλιότερους καλλιτέχνες”.
Η κριτικός Lucy Lippard έγραψε κάποτε ότι η Louise Bourgeois απεικονίζει τα σώματα εσωτερικά. “Ανεξάρτητα από το υλικό που χρησιμοποιεί, η δουλειά της μεταδίδει πάντα μια αίσθηση υποδόρια”, προσθέτει ο Paton. “Υπενθυμίζει το πόσο ευάλωτα και εύθραυστα όντα που είμαστε, μεταφέροντας ταυτόχρονα την εκπληκτική ζωτικότητα και την κίνηση του ανθρώπου ως ζώο”. Αυτό το έργο με νερομπογιά και μολύβι σε χαρτί αποδυναμώνει το ανθρώπινο σώμα αποτυπώνοντάς το στην απλούστερη μορφή του, με μπλε αναλαμπές στα αναπαραγωγικά όργανα. Σύμφωνα με τον Paton, η λεπτή, αποστειρωμένη εμφάνιση του ροζ χρώματος υποδηλώνει επίσης “τα πτητικά υγρά της ζωής… Υποδηλώνει το ζωντανό αίμα, το μητρικό γάλα, ακόμη και το αμνιακό υγρό”, λέει. Στο ‘Ζευγάρι’, είναι σαν να ψάχνουμε κάτω από το δέρμα τους την εσωτερική ιστορία για το τι κάνει το σώμα να ευδοκιμεί και να επιβιώνει – δεν μπορείς να βρεις κάτι περισσότερο γυμνό από αυτό.
Όσο πιο ρεαλιστικό είναι το γυμνό, τόσο πιο αμφιλεγόμενο φαίνεται να είναι. Τα πρόσφατα έργα του Ron Mueck είναι απόλυτα ρεαλιστικά και συχνά αφήνουν τον παρατηρητή να αισθάνεται άβολα χωρίς να μπορεί να διατυπώσει γιατί. “Μια συνέπεια ενός γλυπτού που είναι τόσο αληθοφανές είναι ότι οι άνθρωποι δυσανασχετούν όταν το βλέπουν για πρώτη φορά”, λέει ο Paton. “Δεν είναι θεός ή πολεμιστής – δεν έχει κανένα λογοτεχνικό άλλοθι να κρύβεται πίσω του. Είναι απλά ένας άνθρωπος σε κατάσταση πλήρους έκθεσης. “Ο ‘Άγριος άνθρωπος’ χρησιμεύει μόνο για να καταδείξει πόσο απαίδευτοι είμαστε ακόμα στην γυμνή φόρμα, ειδικά όταν δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε τον εαυτό μας από το θέμα που παρουσιάζεται. “Στο τέλος , αυτό είναι ένα γλυπτό για το πώς θέλουμε να μας κοιτάζουν”, προτρέπει ο επιμελητής.
Οι καλλιτέχνες που εργάζονται με το γυμνό σήμερα είναι πρόθυμοι να μας υπενθυμίσουν ότι η εξέταση των σωμάτων είναι πάντα μια φορτισμένη και πολύ προσωπική πράξη. Με πολλούς τρόπους, η κοινωνία μας λειτουργεί αναίσθητα στα γυμνά σώματα. Τα βλέπουμε παντού, αλλά κρύβονται συχνά πίσω από κάτι – έναν χαρακτήρα που παίζουν, ένα άρωμα που πωλούν ή μια αιτία που υπερασπίζονται εκθέτοντας τον εαυτό τους. Αλλά σε ένα έργο όπως του Mueck, δεν υπάρχει τίποτα που να κρύβεται πίσω. Είναι το ανθρώπινο ον στην απλούστερη μορφή του, και αυτό είναι κάτι που δεν μπορούμε ποτέ να συνηθίσουμε να βλέπουμε. Όπως ορθά επισημαίνει ο Paton: “Το γυμνό δεν είναι ένα πράγμα – είναι μια ερώτηση παρά μια απάντηση, και αυτό το ερώτημα αντηχεί στην εποχή μας”.